Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024

ΟΡΕΙΝΗ

 

ΟΡΕΙΝΗ

Η Ορεινή βρίσκεται δυτικά των Τριποτάµων και της αρχαίας Ψωφίδας. Είναι ένα χωριό µε πλούσια παράδοση, αµφιθεατρικά χτισµένο στα παραλάµπεια όρη του Ερυµάνθου και συνιστά ένα από τα τρία χωριά που σχηµατίζουν το ∆ήµο Λαµπείας. ∆ιατηρεί στενές κοινωνικές σχέσεις µε τα Τριπόταµα, των οποίων ο πληθυσµός προέρχεται και σχηµατίστηκε κυρίως από την Ορεινή, όταν µετά το 1900 κάτοικοι της Ορεινής άρχισαν µαζικά να εγκαθίστανται στα Τριπόταµα, όπου είχαν τις αγροικίες τους. Στην ουσία θα µπορούσε και σήµερα να είναι µια πληθυσµιακή κοινότητα µε κοινά πολιτιστικά χαρακτηριστικά, αν στα 1927 δεν είχαν χωριστεί γεωγραφικά και διοικητικά οι νοµοί Αχαΐας και Ηλείας, µε όριο τον ποταµό Ερύµανθο. Η πληθυσµιακή αυτή συγγένεια Ψωφίδας Ορεινής φαίνεται πως δεν είναι µόνο προϊόν της πρόσφατης ιστορίας, αλλά υπάρχουν ιστορικές καταβολές από τότε που διαλύθηκε η αρχαία Ψωφίδα από την επιδροµή του Αλάριχου και των Βησιγότθων, το 398 µ.Χ. Όσον αφορά την ονοµασία του χωριού, γνωρίζουµε οτι (σύµφωνα µε διάφορους ερευνητές, δελτία και επετηρίδες,) η λέξη Μοστενίτσα είναι σλάβικη. Το 1928 έγινε η αλλαγή του ονόµατος από κοινότητα Μοστενίτσας σε κοινότητα Ορεινής, ονοµασία που σχετίζεται άµεσα µε τη µορφολογία του εδάφους της περιοχής (πρόκειται για ορεινό χωριό). Η µετονοµασία σλάβικων τοπωνυµίων σε ελληνικά είναι χαρακτηριστικό και άλλων χωριών της ευρύτερης περιοχής.
 
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ – ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ – ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Η Ορεινή ή Μοστενίτσα, όπως και η περιοχή µέχρι τα διβριώτικα αµπέλια, υπαγόταν στην αρχαία Ψωφίδα. Η µαρτυρία αυτή σε συνδυασµό µε ευρήµατα δυτικά του ποταµού Ερυµάνθου πιστοποιεί ότι το χωριό ανήκει τόσο γεωγραφικά όσο και ιστορικά στην αρχαία Ψωφίδα. Η ιστορία της Ορεινής ξεκινά από την εποχή των Γότθων, οι
οποίοι µε επικεφαλής τον Αλάριχο έκαναν επιδροµή στην περιοχή λεηλατώντας τα πάντα και εκδιώχνοντας τους πληθυσµούς. Ακολουθεί η κάθοδος των Σλάβων (777-779), λαού ορεσίβιου και ποιµενικού.
Οι Σλάβοι κατεβαίνουν από τη σηµερινή Ρουµανία, τη Βουλγαρία και  φθάνουν στην Αλβανία. Κατά την κάθοδό τους καταλαµβάνουν τη ∆υτική Ελλάδα και τη ∆υτική Πελοπόννησο, γεγονός που αποτελεί αδιάψευστη µαρτυρία πως θέλησαν να πλήξουν τον Ελληνισµό, χωρίς όµως επιτυχία, αφού το ελληνικό στοιχείο επικράτησε. Ήταν εξάλλου πνευµατικά ανώτεροι, ενώ οι Σλάβοι υπήρξαν αµόρφωτος λαός.
Παράλληλα, κατά τη διάρκεια της επιδροµής τους έκτιζαν ξωκλήσια στα βουνά. Έτσι εξηγείται γιατί κατά µήκος της Μακεδονίας αλλά και της ∆υτικής Πελοποννήσου έχουµε κτίσµατα, τα οποία τιµούν τον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο. Ένα από αυτά πρέπει να ήταν και το ξωκλήσι του Άι-Γιάννη, που κτίστηκε πολλές φορές, αλλά το σηµερινό πρέπει να οικοδοµήθηκε γύρω στα 1850 και πρέπει να ανήκε στον οικισµό, ο οποίος σύµφωνα µε µια παλαιά έρευνα των Ν. Πολυζωγόπουλου, Λ. Φιλιππακόπουλου, Λυκειάρχη και Γενικού Επιθεωρητή από τη
Μοστενίτσα και µέσα από τη σχετική βιβλιογραφία των αρχαιολόγων της αρχαίας Ολυµπίας, Βασιλείου Λεονάρδου το 1902 και Νικολάου Κυπαρίση το 1928, συνδέεται µε τα παλιά ευρήµατα στο νοτιοανατολικό χώρο του Αγίου Ιωάννου. Τέτοια ευρήµατα είναι ο λαξευτός τάφος σχήµατος γάµα κεφαλαίου, στον οποίο οι αρχαιολόγοι της τότε εποχής απεφάνθησαν ότι είχαν θαφτεί τρεις βασιλιάδες της αρχαίας Ψωφίδας. Και τούτο για το συµβολικό λόγο ότι οι βασιλείς εθάπτοντο στο πλησιέστερο δυτικό ψηλό βουνό της περιοχής, που συµβολίζει τη δύση της ζωής. Επί φραγκοκρατίας οικοδοµήθηκαν δύο κτίσµατα στην Ορεινή: ο Άγιος Γεώργιος, κτίσµα του 12ου αιώνα σύµφωνα µε γνωµοδότηση του αείµνηστου Μητροπολίτη Ηλείας Αντώνιου Πολίτη και ο ναός των Ταξιαρχών. Ο τελευταίος αποτελεί κτίσµα του 12ου αιώνα και εκεί ορκίζονταν οι Τέκτονες Ιππότες, οι Σταυροφόροι. Από την άλωση και µετά έχουµε µνηµεία, όπως η Παναγία η Καθολικιώτισσα, η οποία
αναφέρεται στα µνηµεία της ελληνικής ιστορίας του Κων\νου Σάξα και συγκεκριµένα στο 2ο τόµο στα λατινικά. Ο Κων\νος Σάξας υπήρξε γιατρός του 18ου αιώνα. Πολλές άλλες µαρτυρίες αναφέρονται και από τον καθηγητή Πανεπιστηµίου και Ακαδηµαϊκό ∆ηµήτριο Ζακυνθινό. 
Σύµφωνα µε οµολογίες κατοίκων, που κατά τα έτη 1927-1928 δούλευαν σαν εργάτες στη διάνοιξη του δρόµου, στη θέση ∆εντρούλια και Κατεβάτες ανευρέθησαν κέραµοι που προέρχονται από το κεραµοποιείο της αρχαίας Ψωφίδας και χρονολογούνται στην εποχή της αρχαίας Ψωφίδας, αλλά και αργότερα στη ρωµαϊκή εποχή. Αυτό είναι άλλο ένα στοιχείο που συνηγορεί υπέρ της αδιάπτωτης συνέχειας της Ορεινής µε την Πόλη-Κράτος Ψωφίδα, τουλάχιστον µέχρι την κάθοδο των Σλάβων. Σήµερα υπολογίζεται ότι εκτός από τα ανωτέρω υπάρχουν και Ορεινή πολλά ευρήµατα τα οποία δεν γνωρίζουµε πού ακριβώς βρίσκονται. Το 1928 βρέθηκε ακρωτηριασµένο ένα αγαλµατίδιο µαζί µε δώδεκα κούκλες.
Το αναφέρει και ο Λειβαρτζινός συγγραφέας Λέλος στην ιστορία Ψωφίδας- Λειβαρτζίου.

 
ΝΕΟΤΕΡΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Κατά το 18ο αιώνα η Μοστενίτσα έχει να επιδείξει πολλούς επιφανείς και γενναίους ανθρώπους. ∆υο από αυτούς ήταν ο Θεόδωρος Παπασηµακόπουλος, οπλαρχηγός κατά την επανάσταση του 1821 και µυηµένος στη Φιλική Εταιρεία, και ο Τριάντος Μιχόπουλος, προεστός του χωριού, που έλαβε µέρος σε πολλές µάχες (Πούσι, έξοδο του Μεσολογγίου) µαζί µε άλλους Μοστενιτσάνους. Σηµειωτέον ότι η παράδοση αναφέρει ότι: "∆ώδεκα Μοστενιτσάνοι, δεκατρείς Καπεταναίοι", που πέρα από την κυριολεκτική σηµασία έχει και αλληγορική. Όλοι δηλαδή οι Μοστενιτσάνοι έχουν σθεναρή γνώµη, την οποία αρέσκονται να επιβάλλουν. Ίσως δε και το τοπωνύµιο, χωρίς όµως να είµαστε βέβαιοι, δηλώνει αυτό: Μοστενίτσα Μον-σθένος (;).
Σύµφωνα µε την οθωµανική απογραφή του 1811, η οποία όµως δεν παρέχει ικανοποιητικά στοιχεία, οι κάτοικοι της Ορεινής πρέπει να ήσαν πάνω από 250. Η µετοίκιση των Μοστενιτσάνων στα Τριπόταµα αρχίζει µετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Υπενθυµίζουµε ότι τα όρια του χωριού την περίοδο εκείνη ήταν µέχρι τον Πλάτανο, εκεί που είναι και σήµερα. Αυτό αποτελεί ένα βασικό στοιχείο, το ότι δηλαδή η έκταση της Μοστενίτσας µετά την απελευθέρωση ήταν µέχρι τα όρια των κοινοτήτων Τριποτάµων και Σειρών. Τα σύνορα αυτά αλλάζουν επίσηµα το 1928 κατόπιν δικαστικής απόφασης, η οποία ελήφθη υπό την προεδρία του τότε ειρηνοδίκη Λαµπείας, του προέδρου της κοινότητας Μοστενίτσας, Θ. Κουρλαµπά και του Νουσαϊτη Αντωνίου Σταυρούλια. Σαν οριοθετική γραµµή τίθεται ο ποταµός Ερύµανθος και πέραν της ανατολικής όχθης αρχίζει η κοινότητα Ψωφίδας. Οι ασχολίες των κατοίκων στη διάρκεια του 19ου αιώνα ήταν κυρίως η γεωργία και η κτηνοτροφία, όπως και σήµερα, αλλά ταυτόχρονα ασχολούνταν και µε τα γράµµατα και τις τέχνες. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσµίου Πολέµου και ειδικότερα έως το 1948 η Μοστενίτσα είχε 1100 κατοίκους. Στο δηµοτικό σχολείο µέχρι το 1950 φοιτούσαν 200 παιδιά. Σήµερα ο πληθυσµός ολοένα ελαττώνεται ακολουθώντας την πορεία
όλων των ορεινών χωριών. Ένα πλήθος κατοίκων του χωριού έχουν γίνει ετεροδηµότες καθώς µετεγκαταστάθηκαν στις κοντινές πόλεις ή στην Πρωτεύουσα. Και στις πόλεις όµως, όπως και στο χωριό, οι ετεροδηµότες Μοστενιτσάνοι φροντίζουν να τηρούν τα ήθη και τα έθιµα του τόπου τους, που είναι πολλά και σηµαντικά. Ως άνθρωποι διακρίνονται για την παρρησία και τη λεβεντιά, είναι πρόθυµοι, εξυπηρετικοί, ευγενείς, διακριτικοί, φιλόξενοι και διασκεδάζουν πάντα παραδοσιακά, αδελφωµένοι και αγαπηµένοι. Όταν ένας υποδείξει το σωστό, τρέχουν όλοι κοντά και τον βγάζουν µπροστάρη.
Ο Άι-Γιάννη της Μοστενίτσας, πανηγυρίζει στις 26 Σεπτεµβρίου, και βρίσκεται δυτικά της Ψωφίδας στην ψηλότερη κορυφή των βουνών, σε σηµείο ιδιαίτερα συµβολικό και ιστορικό για τους κατοίκους της, αποτελεί έξοχη αφορµή για τη συνάντηση όλων των Μοστενιτσάνων, 
µόνιµων ή µη κατοίκων, και µια τρανή απόδειξη των κοινών δεσµών τους και της αγάπης τους προς την παράδοση και τον τόπο τους.

 
ΠΗΓΕΣ
Συνέντευξη του Νίκου Πολυζωγόπουλου προς το Βασίλη Τακτικό

στις 26 Σεπτεµβρίου 1999.

  Απόσπασμα από το βιβλίο «Τα χωριά νοτίως του Ερυμάνθου» του Βασίλη Τακτικού

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου