Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024

ΛΑΜΠΕΙΑ

 

ΛΑΜΠΕΙΑ

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Η ∆ίβρη, είναι ένα απο τα πιο ξακουστά κεφαλοχώρια της Ηλείας που σήµερα καταγράφεται µε το νεώτερο όνοµά της, Λαµπεία ή Λάµπεια (από το έτος 1929 και εντεύθεν) ευρίσκεται πλησίον του γεωγραφικού σηµείου όπου ενώνονται οι Νοµοί Ηλείας, Αχαΐας και Αρκαδίας. Είναι χτισµένη αµφιθεατρικά σε επτά συνοικίες στις υπώρειες του Λάµπειου όρους που είναι οροσειρά του Ερύµανθου (Ολωνού). Όπως αναφέρει ο Παυσανίας (Αρκ. Κ. 24) και ο Στράβων (Β8. 66 357) "Λάµπεια ήν όρος ιερόν του Πανός και µοίρα του όρους Ερυµάνθου". Σύµφωνα µε τους ιστορικούς - ερευνητές Τάσο Γριτσόπουλο και Νίκο Β. Αναστόπουλο (ο οποίος έχει συγγράψει και το µοναδικό ιστορικό βιβλίο "Η ∆ίβρη της Ηλείας στο διάβα των αιώνων" - Έκδοση της Βιβλιοθήκης του "Πνευµατικού Κέντρου ∆ίβρης"-1994), η περιφέρεια της ∆ίβρης στους αρχαίους χρόνους υπαγόταν στη Αρκαδική Αζανία (πόλη - κράτος Ψωφίδας) και ήτο "παλαιοαρκαδική πόλις" ή "παλαιοαρκαδικός οικισµός". 
Το παλαιότερο γραπτό µνηµείο για την κωµόπολη είναι ένα αυτόγραφο σηµείωµα του 1533, σε χειρόγραφο τεύχος της βιβλιοθήκης του Πατριαρχείου Ιεροσολύµων όπου αναγράφεται ως "η µεγάλη ∆ίβρις Μορέος Πελοποννήσου" προφανώς προς διαχωρισµό από τους υπάρχοντες άλλους δύο οικισµούς µε το αυτό όνοµα, της ∆ίβρης Βορείου Ηπείρου και της ∆ίβρης Φθιώτιδας και ίσως της πιθανολογούµενης τετάρτης ∆ίβρης της Ν. Ιταλίας. Άλλα γραπτά στοιχεία ή αποδείξεις για το αρχαιοελληνικό και το µεσαιωνικό παρελθόν της ∆ίβρης δεν έχουν βρεθεί µέχρι στιγµής. Αν όµως λάβουµε υπόψιν µας την ύπαρξη του παλαιοβυζαντινού ή Βυζαντινού ναού της Αγίας Τριάδας (12ος - 13ος αι. ή κατ'άλλους παλαιοχριστιανικός του 6ου αι.) και τα άλλα  παραδοσιακά µνηµεία, τον ρόλο που διεδραµάτισε στον απελευθερωτικό αγώνα επί Τουρκοκρατίας και την ενδιαφέρουσα ιστορική διαδροµή της, εικάζουµε ότι πρέπει να ήταν µία ακµάζουσα τοπική κοινωνία, από παλαιοτάτων χρόνων.
Αποτέλεσε τµήµα του διοικητικού διαµερίσµατος της Γαστούνης ∆ίβρη από την Α΄ Τουρκοκρατία και στην απογραφή του Ενετού προνοητή Γριµάνι (1700) είχε 126 οικογένειες και 518 κατοίκους, τρίτη κωµόπολη της Ήλιδας µετά την Γαστούνη και τα Λεχαινά (ο Πύργος τότε είχε 261 κατοίκους). Σ'όλες τις µεταγενέστερες απογραφές υπερέβαινε πολλές φορές τους 2.000 κατοίκους και στη πρώτη µετά το 1821, ήταν η πολυανθρωπότερη κωµόπολη της Επαρχίας Γαστούνης (το έτος 1823). Στην τελευταία απογραφή του 1991 οι κάτοικοί της έχουν περιοριστεί στους 663. Το 1833 η ∆ίβρη ήταν έδρα του νεοσύστατου ∆ήµου Λαµπείας και το 1835 πρωτεύουσα της Επαρχίας ∆ιποταµίας (µίας ευρύτερης περιοχής που περιελάµβανε οικισµούς από την Αρχαία Ολυµπία µέχρι την Λυκούρια Καλαβρύτων και από την Κοντοβάζαινα Αρκαδίας µέχρι την Τριταία Αχαΐας) που καταργήθηκε στα χαρτιά σχεδόν αµέσως αλλά λειτούργησε στην ουσία µέχρι το 1840. Μέχρι το 1912 ήταν πρωτεύουσα του ∆ήµου Λαµπείας µε 14 χωριά (Αγία Άννα, Γερµοτσάνι-Πλατανίτσα, Γιάρµενα- Φολόη, ∆ερβινή-Κρυόβρυση, Κακοτάρι, Κερτίζα - Αγ. Κυριακή, Κλεινδιά, Κούµανι, Μοστενίτσα - Ορεινή, Μπενέτνι - Πεύκη, Νουσά - Αστράς, Πορετσό - Αγράµπελα, Τσίπιανα), οπότε έγινε Κοινότητα ∆ίβρης για να επανασυσταθεί µε το Νοµοσχέδιο "Καποδίστριας" το 1997 ο ∆ήµος
Λαµπείας που περιλαµβάνει τώρα τρία µόνον χωριά (∆ίβρη, Αστρά και Ορεινή).
Η ∆ίβρη λόγω του ορεινού και δύσβατου εδάφους της, αποµονωµένη όπως είναι και οχυρωµένη φυσικά, σύµφωνα µε την παράδοση, δεν "φιλοξένησε" Τούρκο Αγά. Οι γνωστές σ'όλους φράσεις: "Τούρκου ποδάρι δεν την πάτησε και γιαταγάνι τούρκικο δεν έκοψε διβριώτικο κεφάλι" και η άλλη "Κούµανι και Αντρώνι ο Θεός να σε γλυτώνει, κι αν περάσεις από τη ∆ίβρη θα σε φάει το µαύρο φίδι" (µε αλληγορική σηµασία για τον φόβο που είχαν οι Τούρκοι και Τουρκαλβανοί Λαλαίοι για τα µέρη αυτά) µπορεί να περιέχουν το στοιχείο της υπερβολής, είναι όµως ενδεικτικά ότι κατά τη διάρκεια της σκλαβιάς εκεί έπνεε ο αγέρας της Ελευθερίας.
Άλλωστε είναι γνωστό και ιστορικά εξακριβωµένο, ότι καθ'όλη τη διάρκεια του αγώνα προ και µετά το 1821 η ∆ίβρη ήταν το φυσικό καταφύγιο - στρατόπεδο των αγωνιστών (µε τους µπαρουτόµυλους σε λειτουργία, υποτυπώδες Νοσοκοµείο - Αναρρωτήριο κ.λπ.). Επίσης δεκάδες διβριώτες αγωνιστές έλαβαν µέρος σ'όλες τις µάχες και τιµήθηκαν µε αργυρά, χάλκινα και σιδηρά αριστεία ανδρείας. Η ∆ίβρη στο παρελθόν γνώρισε µεγάλη ανάπτυξη στον πνευµατικό, κοινωνικό και οικονοµικό τοµέα. Πράγµατι µέχρι την δεκαετία του 1960, οπότε υπέστη δηµογραφική και οικονοµική κατάρρευση, ήταν ένα σπουδαίο ορεινό θέρετρο, κέντρο όλης της Ορεινής Ηλείας (καθώς και της όµορης ορεινής Αρκαδίας και Αχαΐας) µε σηµαντική πνευµατική και οικονοµική άνθηση. Σε τούτο βοήθησαν το εξαιρετικά υγιεινό κλίµα (οι γιατροί του Πύργου, της Πάτρας και της Αµαλιάδας συνιστούσαν στους ασθενείς "ψωµί, τυρί, αβγά και το καλοκαίρι στη ∆ίβρη"), τα άφθονα κρυσταλλένια νερά (έχει περίπου 100 πηγές - βρύσες) και τα πανέµορφα αισθητικά δάση από έλατα, πουρνάρια και γάβρα. Η ονοµασία της κωµόπολης (το τοπωνύµιο ∆ίβρη) είναι ακόµη προς έρευνα. Ο αείµνηστος Μητροπολίτης (και διβριωλάτρης) Ηλείας Αντώνιος και ο ιστορικός Νίκος Β. Αναστόπουλος, είναι βέβαιοι ότι το όνοµα είναι ελληνικότατο. Άλλοι ιστορικοί ή ερευνητές (Γεώργιος Παπανδρέου, Γεώργιος Χρυσανθακόπουλος) οµιλούν για αλβανική ρίζα, άλλοι (Κων/νος Ηλιόπουλος, ο Γερμανός VASMER) για σλαβική ρίζα, άποψη που απορρίπτει ασυζητητί ο ερευνητής Ανδρέας Μπούτσικας. Οπωσδήποτε τόσο το τοπωνύµιο όσο και η αρχική προέλευση των κατοίκων της ∆ίβρης Ηλείας, έχουν κάποια σχέση (αµφίδροµη) µε την ελληνικότατη ∆ίβρη της Βορείου Ηπείρου, αλλά το θέµα αυτό είναι προς µελέτη και περαιτέρω επιστηµονική τεκµηρίωση.
Η απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό βρίσκει τη ∆ίβρη µία αρκετά αναπτυγµένη κωµόπολη. Ασφαλώς και δεν είναι τυχαίο γεγονός ότι εκεί από το 1828 λειτούργησε ένα από τα πρώτα Ελληνικά Σχολεία και το πρώτο στην Ηλεία. Η "Ελληνική Σχολή ∆ίβρης" µε τη συνδροµή τοπικών παραγόντων, όπως φανερώνουν επίσηµα έγγραφα (υπ'αρ. 829/4-3-1830 και 1002/23-3-1830 από τα Γ.Α.Κ)- αναφορές προς την Κεντρική
∆ιοίκηση του Έκτακτου Επιτρόπου Ήλιδος, φιλικού Π.Α. Αναγνωστόπουλου που αναγνωρίζει και συγχαίρει "τους ∆ιβρίους" για τη λειτουργία του Ελληνικού Σχολείου από το 1828 πριν από τους "Γαστουναίους, Πυργίους, Λεχαινίτας, Ανδραβιδαίους, Καλιτζαίους και ∆ουκαίους" που ακολούθησαν. Προϋπήρξε (παράδοση) το "Κρυφό Σχολειό" της Άνω Μονής ∆ίβρης και η χρηµατική ενίσχυση το 1814 εκ µέρους της Ελληνικής παροικίας της Βενετίας στο Σχολείο της ∆ίβρης. Στη συνέχεια λειτουργεί Σχολαρχείο και Υποδιδασκαλείο (καταργήθηκε το 1902 µε το ΦΕΚ 166/7- 9-1902) που έδωσε φωτισµένους δασκάλους. Το 1954 επαναλειτούργησε (είχε διακοπεί το 1929) το Ηµιγυµνάσιο Λαµπείας και σήµερα λειτουργεί Γυµνάσιο - Λύκειο καθώς και ∆ηµοτικό Σχολείο και Νηπιαγωγείο. Τα Σχολεία αυτά στεγάζονται στα δύο νεοκλασικά κτίρια (µοναδικά στην Ηλεία) των αρχών του αιώνα δωρεάς Ανδρέα Συγγρού, "Αρρένων" και "Παρθεναγωγείο" που δηµοπρατήθηκαν και κτίστηκαν το 1905-1907 επί Υπουργού Παιδείας Ανδρέα Στεφανόπουλου που ήταν ∆ιβριώτης την καταγωγή. Σήµερα έχουν κριθεί διατηρητέα. Η οικονοµική ευµάρεια αλλά προ παντός η θρησκευτική ευλάβεια των κατοίκων της ∆ίβρης ήταν αιτία να ανεγερθούν στην περιφέρειά της ιεροί ναοί και εξωκλήσια που φτάνουν στον εκπληκτικό αριθµό των 100, ώστε να µπορεί κανείς να πει ότι σε κανένα άλλο τόσο µικρό χερσαίο µέρος της χώρας µας (µε εξαίρεση το Μυστρά και φυσικά τα νησιά) δεν υπάρχουν τόσα πολλά εκκλησιαστικά µνηµεία και προσκυνήµατα. Ο Βυζαντινός ναός της Αγίας Τριάδας, όπως προείπαµε κτίσµα του 12ου - 13ου αιώνα, µε αριστοτεχνικές βυζαντινής τεχνοτροπίας αγιογραφίες (µάλιστα στην Εφηµερίδα "ΠΑΤΡΙΣ" το 1962 ο Χ.Α.Κ. υποστηρίζει ότι είναι πρωτοχριστιανικός ναός του 6ου αι.) που χρειάζεται εµβριθέστερη επιστηµονική έρευνα. Οι δύο ιστορικές Μονές, Άνω και Κάτω ∆ίβρης: Η Μονή Ζωοδόχου Πηγής ή Παναγιάς Χρυσοπηγής Άνω ∆ίβρης µε καθολικό του 15ου αιώνα (υπάρχει µία αναφορά για ίδρυση της Μονής τον 12ο αι.), ήταν Σταυροπηγιακή και είναι χτισµένη σε µία µαγευτική τοποθεσία στο Ελατοδάσος της Λαµπείας και είχε παλαιότερα ως µετόχια τις Μονές Πορετσού (και σήµερα) Φραγκοπηδήµατος και Λώπεσι που αργότερα ανεξαρτοποιήθηκαν. Η Μονή διεδραµάτισε σηµαντικό ρόλο ως επαναστατικό κέντρο τα χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς και σήµερα διατηρείται σε καλή κατάσταση και εν λειτουργία. Η Κάτω Μονή ∆ίβρης, της Κοιµήσεως της Θεοτόκου άγνωστο πότε κτισµένη, αλλά ανακαινισµένη το 1747, έχει σήµερα συγχωνευτεί στην Άνω Μονή ∆ίβρης και φιλοξενεί κατασκηνωτικό κέντρο και οικοτροφείο της Ι. Μητροπόλεως Ηλείας. Εκτός των ανωτέρω στη ∆ίβρη υπάρχουν οκτώ ακόµη ενοριακοί ναοί, αξιόλογα κτίσµατα του 18ου - 19ου αιώνα, οι περισσότεροι των οποίων έχουν περίτεχνα ξυλόγλυπτα τέµπλα. Και υπάρχουν τα δεκάδες ναΐδρια - εξωκλήσια που είναι διασκορπισµένα σ’όλη την κτηµατική και δασική περιφέρειά της.
Τον επισκέπτη της ∆ίβρης εντυπωσιάζουν και τα άλλα παραδοσιακά κτίσµατα, φτιαγµένα µε πελεκητή πέτρα, όπως βρύσες, καµπαναριά, γεφύρια, µύλοι, αρχοντόσπιτα ή απλά σπίτια µε ιδιαίτερο χρώµα και αξιόλογη τοπική αρχιτεκτονική. Η ∆ίβρη στο πέρασµα των αιώνων κατάφερε, παρά τις αντίξοες συνθήκες (βαρυχειµωνιές, άγονο και πετρώδες έδαφος) να αναπτύξει ένα ξεχωριστό τοπικό πολιτισµό που θα ζήλευαν µεγάλα και πλούσια αστικά κέντρα και να αναδείξει πολλές προσωπικότητες των γραµµάτων, των τεχνών, της πολιτικής και του εµπορίου που µε την αξιοσύνη τους καταύγασαν όχι µόνο την µικρή περιοχή της ορεινής Ηλείας αλλά και τις πόλεις του Πύργου, της Πάτρας, της Αµαλιάδας, της Αθήνας και της αλλοδαπής. Ο αείµνηστος Σταύρος Μάνεσης (ερευνητής στα Αρχεία του "Ιστορικού Λεξικού της Νεοελληνικής γλώσσας" της Ακαδηµίας Αθηνών) σε δηµοσίευµά του στην Εφηµερίδα "ΠΑΤΡΙΣ" (22-8-1969) αναφέρει, µεταξύ άλλων κολακευτικών για τη ∆ίβρη που επισκέφτηκε κατόπιν εντολής της Ακαδηµίας Αθηνών για γλωσσική έρευνα, ότι εγνώρισε µία από τις ωραιότερες περιοχές του ελληνικού χώρου και ανακάλυψε ανεξάντλητο γλωσσικό ορυχείο που αποδεικνύει την αδιάλειπτη ελληνικότητα του ιερού αυτού τόπου. Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο της ∆ίβρης είναι, ότι σε αυτόν τον µικρό τόπο "κάπνισαν τόσα πολλά πολιτικά τζάκια" όσο πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Η µεγάλη πολιτική οικογένεια των Στεφανοπουλαίων επί δύο συνεχείς αιώνες έδωσε τους πολιτικούς: Χρ. Στεφανόπουλο (αντιπρόσωπο στις Εθνοσυνελεύσεις Άργους και Ναυπλίου), Στεφ. Χρ. Στεφανόπουλο (Πρόεδρο Βουλής), Χρ. Ι. Στεφανόπουλο (Βουλευτή), Ανδρ. Ι. Στεφανόπουλο (Υπουργό Παιδείας και Ναυτικών), Στεφ. Χ. Στεφανόπουλο (Πρωθυπουργό, Υπ. Εξωτερικών, Συντονισµού), Γεώργ. Χ. Στεφανόπουλο (Υπουργό Γεωργίας και Συγκοινωνιών), Βάσσο Θ. Στεφανόπουλο (Υπουργό Οικονοµικών) και Στεφ. Β. Στεφανόπουλο (Βουλευτή).
Η άλλη µεγάλη οικογένεια των Πετραλαίων έδωσε τους πολιτικούς: Αυγερ. Α. Πετραλιά (Βουλευτή), Αντών. Α. Πετραλιά (Βουλευτή), Άγγελο Πετραλιά (Βουλευτή), Θάνο Πετραλιά (Βουλευτή), Στεφ. Πετραλιά (Βουλευτή), Αντών. Πετραλιά (Αντιπρόεδρο Βουλής), Επαµ. Πετραλιά (Γεν. Γρ. Υπουργείου Υγείας), Φάνη Επ. Πετραλιά (Υφυπουργό Υγείας και Αθλητισµού) και Αυγ. Α. Πετραλιά (Βουλευτή). Επίσης άλλοι διβριώτες πολιτικοί: Ιω. Ψηµµένος (Βουλευτής), Ευστ. Ηλιόπουλος (Υπουργός ∆ικαιοσύνης, Εξωτερικών), ∆ιον. Πολυζωγόπουλος (Βουλευτής), Σταυρ. ∆. Πολυζωγόπουλος (Υπουργός Προνοίας, Εργασίας), Ηλίας Τσεριώνης (Βουλευτής, Υπουργός, ∆ιοικητής Ηπείρου), Χρ. Φακής (Γερουσιαστής, Βουλευτής), Νίκος Βγενόπουλος (Βουλευτής), Αλέκος Β. Παναγούλης (Βουλευτής), Στ. Β. Παναγούλης (Υφυπουργός Εσωτερικών), Νώντας Μ. Ζαφειρόπουλος (Βουλευτής), Ιω. Καλογερόπουλος (Νοµάρχης), Γεώργ. Βασιλακόπουλος (Γεν. Γρ. Αθλητισµού), Θοδ. Βγενόπουλος (Νοµάρχης), Κωστ. Παπαδηµητρίου (Γεν. Γραµµ. Περιφέρειας ∆υτ. Ελλάδος). ∆ιβριώτης ήταν ο αείµνηστος Τάσης Καζάζης, ∆ήµαρχος Λετρίνων (Πύργου) και σωτήρας της Ηλείας, διβριώτισσα ήταν και η πρώτη (1956) γυναίκα Ελληνίδα Πρόεδρος Κοινότητας (Λαµπείας) Βούλα Μάρκου  Σωτηροπούλου. Στην αλλοδαπή επίσης εξελέγη Βουλευτής Μασαχουσέτης των ΗΠΑ, ο διβριώτης οµογενής Κων.Β.Παπανδρικόπουλος. Εκτός όµως των πολιτικών, η ∆ίβρη ανέδειξε και άλλες προσωπικότητες πανελλαδικής εµβέλειας, όπως τον λογοτέχνη Βάσσο Στεφανόπουλο (Βιλ-Άστερ), τον θεατρικό συγγραφέα Παύλο Μάτεσι (Παπαγγελόπουλο), τον δηµοσιογράφο και διανοούµενο Γιώργο Καρανικολό, τον οµογενή Γεώργιο Κωνσταντόπουλο (ή ∆ίβρη) γνωστό από το περίφηµο Αγγλοελληνικό Λεξικό "Divry's" τον Καθηγητή Ιατρικής Τάκη Θ. Στεφανόπουλο, τον Καθηγητή του Παν/µίου Αθηνών Νίκο Στ. Πετραλιά, τον διάσηµο γεωπόνο του περασµένου αιώνα Ασηµάκη Ηλιόπουλο, τους µεγαλε µπόρους Πατρών Γεώργιο Φακή (επονοµαζόµενο Βουδ) και Επαµειν. Πετραλιά, τον Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιω. Καλογερόπουλο και τους ανώτατους δικαστικούς Ελπιδοφόρο Παπακωνσταντόπουλο και Μιχαήλ Ζαφειρόπουλο, τους λογοτέχνες
Νικόλαο, Ανδρέα και Γεώργιο Σκανδάµη, τον προσφάτως εκλιπόντα Επίτιµο Σύµβουλο του ΑΣ∆Υ και αναµορφωτή της νεώτερης ∆ίβρης Νίκο Γ. Σωτηρόπουλο και τόσους άλλους, ων ουκ έτσι αριθµός.
Ένα σηµαντικό µέρος από αυτό το ανθρώπινο δυναµικό των ∆ιβριωτών µετανάστευσε στα µεγάλα αστικά κέντρα όπου εγκαταστάθηκε και µεγαλούργησε. Αξίζει να πούµε επίσης ότι στους πρώτους αξιόλογους οικιστές του Πύργου (όπως αναφέρει στο “Χρονικό του Πύργου” και ο µεγάλος ποιητής µας Τάκης ∆όξας) ήταν και ∆ιβριώτες όπως Θαλής Θεοδωρίδης, Ψηµµεναίοι, Μερκούρηδες, Πιεραίοι, Μπεργαίοι, αργότερα Στεφανόπουλος, Πετραλιάδες, Σωτηρόπουλοι, Ψυχαλιναίοι, Καρανικολοί, Παπακωνσταντόπουλοι, Ανδρουτσόπουλοι, Καζάζης και άλλοι που διατήρησαν µία αµφίδροµη σχέση, ως ένα είδος πνευµατικού και οικονοµικού οµφάλιου λώρου ανάµεσα στον Πύργο και την γενέθλια γη ∆ίβρη. Αλλά και η Πάτρα είχε εκλεκτή διβρώτικη παροικία µε εξέχουσες προσωπικότητες. Εκτός από τους προαναφερθέντες Γιώργο Φακή (τον επονοµαζόµενο Βουδ, εξού και η πλατεία Βουδ), τον µεγαλέµπορο Επαµεινώνδα Πετραλιά και τον πρόεδρο της ΕΟΕ Επαµεινώνδα Πετραλιά, µεγαλούργησαν οι εργοστασιάρχες Αγγελόπουλος και Ηλιάδης, οι Αλµπανόπουλοι, οι Κανελοπουλαίοι, οι Λαγαραίοι, ο µεγαλέµπορος Γεώργιος ∆ανίκας, και τόσοι άλλοι που ίδρυσαν µάλιστα το 1929 και τον Σύλλογο Λαµπειέων, πρώτο Σύλλογο Ηλείων στην Πάτρα µε πλούσια δράση και κυρίως τη δηµιουργία της 111 - Εθνικής οδού Πατρών - Τριπόλεως που ήσαν οι πρωταγωνιστές, µαζί µε τον Σύνδεσµο των εν Αθήναις ∆ιβριωτών.
Από πολεοδοµική άποψη η ∆ίβρη έχει κηρυχτεί “ενδιαφέρων οικισµός” ανάµεσα στους 2-3 του Ν. Ηλείας, πλην όµως αυτός ο “θώρακας” προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονοµιάς και της αισθητικής του περιβάλλοντος, είναι µόνο στα χαρτιά. Η πάλαια ποτέ ένδοξη ∆ίβρη, βαρειά τραυµατισµένη από τη µάστιγα της αστυφιλίας, την εγκατάλειψη της Πολιτείας και την αδιαφορία ή ασυδοσία των σηµερινών οικιστών της, ακολουθεί τη µοίρα πολλών άλλων “κάστρων και προσκυνηταριών” της πατρίδας µας που τείνουν προς οριστικό µαρασµό και εξαφάνιση. Ευτυχώς όµως για τη ∆ίβρη, υπάρχουν τρεις σηµαντικοί παράγοντες που την κρατάνε ζωντανή ακόµη και δίνουν πολλές ελπίδες για ανάκαµψη και µελλοντική ανάπτυξή της. Πρώτον, ότι διασχίζεται από τις δύο σηµαντικές οδικές αρτηρίες, την Εθνική οδό 111 (Πατρών - Τρίπολης) και Αρχαίας Ολυµπίας - Καλαβρύτων, ∆εύτερον, η µεγάλη της ιστορική, πνευµατική και πολιτιστική κληρονοµιά καθώς και οι αξεπέραστες φυσικές καλλονές.
Και τρίτον η συγκινητική προσπάθεια των απανταχού της Ελλάδας τέκνων της που ενδιαφέρονται και µεριµνούν γι'αυτήν. Έτσι σήµερα βλέπουµε µία µικρή αλλά σταθερή κι ελπιδοφόρα δηµογραφική ανάκαµψη (σε σχέση µε τα άλλα χωριά της Ορεινής Ηλείας), τη δραστηριοποίηση νέων ανθρώπων σε επαγγέλµατα στηριζόµενα σε προγράµµατα Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τοµέα του ορεινού τουρισµού (Ξενοδοχείο - Κέντρο Αναψυχής, Εστιατόριο κ.λπ.). Οι αγώνες των διβριωτών µέσω των Πολιτιστικών Συλλόγων κατάφεραν να κρατήσουν τις ∆ηµόσιες Υπηρεσίες (που υπήρχαν απο συστάσεως του ελληνικού κράτους δηλ.το Λύκειο-Γυµνάσιο-∆ηµοτικό Νηπιαγωγείο, Ελληνικά Ταχυδροµεία, Ειρηνοδικείο, Αγρονοµείο, Αστυνοµία,Υποθηκοφυλάκειο, Συµβολαιογραφείο, περιφεριακό,αγροτικό Ιατρείο). 
 
Επιµέλεια: Σωτήρης Σωτηρόπουλος, Γιατρός, εκδότης του Ιστορικού - Λαογραφικού περιοδικού "∆ΙΒΡΗ".
 
ΠΗΓΕΣ
Νίκου Β. Αναστόπουλου: "Η ∆ΙΒΡΗ ΗΛΕΙΑΣ ΣΤΟ ∆ΙΑΒΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ". 1994
Τάσσου Α. Γριτσόπουλου: "Μονή Ζωοδόχου Πηγής Άνω ∆ίβρης".
Λαογραφικό - Ιστορικό περιοδικό "∆ΙΒΡΗ".
Εφηµ. "ΠΑΤΡΙΣ" Πύργου.
Χρίστου Κορύλλου: "ΑΠΟ ΠΑΤΡΩΝ ΕΙΣ ΚΑΛΑΜΑΣ"

  Απόσπασμα από το βιβλίο «Τα χωριά νοτίως του Ερυμάνθου» του Βασίλη Τακτικού

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου